Του Παναγιώτη Μποσνάκη*
Το κεϋνσιανό αίτημα υπέρβασης της πολιτικής λιτότητας επανέρχεται τελευταία με αφορμή την ελληνική κρίση. Το δημόσιο χρέος της χώρας μας, που ανέρχεται στο 175% του ΑΕΠ, κρίνεται ως μη διαχειρίσιμο. Η οικονομία με βάση τις ασκούμενες πολιτικές της ύφεσης και της ανεργίας δεν είναι βιώσιμη. Τυχόν δοκιμασία της Ελλάδας στην Ευρωζώνη θα προκαλέσει πιθανό ντόμινο σε Πορτογαλία και Ισπανία. Η Ελλάδα ζητά χαλάρωση από τα επαχθή μέτρα και αναπτυξιακή βοήθεια. Αυτό όμως το αίτημα προσκρούει στη λογική των συντηρητικών Γερμανών. Ας καταλάβουμε την θέση της κυρίας Μέρκελ και ας απαντήσουμε πρώτοι εμείς το ερώτημα.
Τα θέματα που προβληματίζουν την κυρία Μέρκελ μπορούν να συνοψιστούν στα εξής τρία:
Πρώτον, τυχόν διαγραφή του ελληνικού χρέους θα προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις στο μεγαλύτερο μέρος της βόρειας Ευρώπης και θα ενισχύσει την Άκρα Δεξιά (είδαμε ήδη δηλώσεις της κυρίας Λεπέν), οι οποίοι θα κατηγορήσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση ότι ανταμείβει ανεύθυνους εταίρους. Σημαντικό τμήμα ψηφοφόρων σε Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ολλανδία, Φινλανδία και Σουηδία εξ αρχής ήταν απρόθυμοι να βοηθήσουν την Ελλάδα υπό τον φόβο ότι αυτή δεν θα ξεπλήρωνε το χρέος. Εαν τώρα η καγκελάριος κυρία Μέρκελ προχωρήσει σε διαγραφή, τότε εκείνοι θα θριαμβολογήσουν εναντίον της.
Δεύτερον, άλλα αριστερά κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, θα ενισχύσουν την αξιοπιστία τους σε χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ιταλία και θα αρχίσουν να πιέζουν για αντίστοιχη ελάφρυνση χρέους.
Τρίτον, υπάρχει ο φόβος ότι μια ελληνική χρεοκοπία θα οδηγήσει σε σοβαρή κρίση εμπιστοσύνης στην Ευρωζώνη θέτοντας σε κίνδυνο την αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της.
Στον αντίποδα του σκεπτικού αυτού αντιτάσσεται το αντεπιχείρημα ότι η σημερινή αποτυχημένη λιτότητα και δημοσιονομική πειθαρχία θα οδηγήσει περαιτέρω αρκετές χώρες πέραν της Ελλάδος σε ακραία αντι-συστημική πολιτική συμπεριφορά. Και αυτό είναι που απεύχονται γιατί θα προκαλέσει ντόμινο δυσάρεστων πολιτικών εξελίξεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αντισυστημικό κόμμα. Πολύ δε μάλλον αφού πλαισιώνεται, ιδιαίτερα το κυβερνητικό σχήμα, και από προσωπικότητες του ευρύτερου κεντροαριστερού χώρου. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως είναι η τελευταία ευκαιρία πριν από την αντισυστημική Ακροδεξιά. Και αυτό αποτελεί μία πρόκληση στην Ευρώπη για όλους, να δούμε το ελληνικό χρέος όχι σαν ένα αποκλειστικό τεχνικό λογιστικό ζήτημα, αλλά ως κοινωνικό και ανθρωπιστικό.
Τούτων λεχθέντων, η Ε.Ε. ως Ε.Ε. οφείλει να βρει μία λογική χρυσή τομή, που θα είναι μερική διαγραφή του ελληνικού χρέους. Το αίτημα αυτό είναι εφικτό. Και αυτό πρέπει να επιδιώξουμε και να αντιτάξουμε ισοβαρή ανταλλάγματα, ει δυνατόν διά της διπλωματικής οδού. Δεν πρέπει να ζητήσουμε χάρη αλλά να μιλήσουμε ως gentlemen. Βusiness είναι η πολιτική, δίνεις και παίρνεις. Έχουμε να δώσουμε, όχι αυτά που φοβάται ο λαός, όχι κάτι που μάς επιβαρύνει οικονομικά, αλλά ανταλλάγματα άλλα. Οι πολιτικοί γνωρίζουν τι πρέπει.
Η ελληνική λύση θα ανακουφίσει ολόκληρη την Ευρωζώνη. Θα ανακουφίσει και τον κ. Ντράγκι να αξιοποιήσει σωστά το πακέτο του και θα προστατεύσει το ευρώ, θα τονώσει την απασχόληση, θα αναπτερώσει τις ελπίδες.
Η συμφωνία πρέπει επιπλέον να κλειδώσει με μία περαιτέρω συμφωνία μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η συνέχιση αποπληρωμής του χρέους να συνεχιστεί όταν η ελληνική οικονομία ξαναπεράσει σε φάση ανάπτυξης.
Η Γερμανία κάποτε βοηθήθηκε από την Ευρώπη και την Ελλάδα όταν το χρειάστηκε. Αυτό είναι ένα ακόμη επιχείρημα για την κυρία Μερκελ που πρέπει να υπενθυμίσει στον λαό της.
Το δίλημμα της κυρίας Μέρκελ είναι καθήκον του γραφείου του κυρίου πρωθυπουργού. Ο κ. πρωθυπουργός με το επιτελείο των συνεργατών του θα το απαντήσουν, αυτοί θα βρούν την ακριβή φόρμουλα, τον τρόπο εξυπηρέτησης και τη διπλωματική γλώσσα που απαιτεί ένα τέτοιο αίτημα. Η κυρία Μέρκελ πρέπει να το παραλάβει έτοιμο και να το μεταδώσει στο δικό της ακροατήριο. Έτσι επιβάλλουν οι κανόνες της ορθής πολιτικής.

* Ο Παναγιώτης Μποσνάκης είναι καθηγητής Πανεπιστημίου και πολιτικός σύμβουλος Εξωτερικής Πολιτικής.